|
|||||||
ΛΕΥΚΑΝΤΙ - ΞΕΡΟΠΟΛΗ ΑΝΑΣΚΑΦΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 2007 Περιοχή I
Τομέα Μ Το Πρωτογεωμετρικό ‘Μέγαρο’ Έως το τέλος του 2006 το ‘μέγαρο’ είχε αποκαλυφθεί και ανασκαφεί έως το δάπεδό του. Είχε επίσης γίνει φανερή η στενή φυσική γειτνίασή του με μία υποκείμενη κατασκευή της Ύστερης Εποχή του Χαλκού. Φέτος διεκπεραιώθηκε η απομάκρυνση του δαπέδου/επίχωσής του και όποιων άλλων στρωμάτων μεσολαβούσαν έως τα υστερότερα Υστεροελλαδικά ΙΙΙΓ δάπεδα. Επιβεβαιώθηκε επίσης ότι το κτίριο της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου φαίνεται να είχε μόνο μία επιφάνεια δαπέδου – αποτελούμενη κυρίως από πλίνθους ή ανάμεικτα χώματα. Ανακαλύφθηκαν επίσης φέτος ορισμένες πρόσθετες πασσαλότρυπες της ίδιας φάσης.
Κατά τη διάρκεια των φετινών εργασιών παρατηρήθηκε ότι οι διαδοχικές φάσεις της κατασκευής του κτιρίου ήταν ορατές στο νότιο άκρο του δυτικού Τοίχου 65: ο κυρίως τοίχος είχε βαθύτερη ‘θεμελίωση’, κατά μία σειρά, από ό,τι θεωρήθηκε απαραίτητο για την πρόσταση, που πιθανόν είχε λιγότερο βάρος, ενώ σε μετέπειτα φάση προστέθηκε ένας επιπλέον γωνιακός τοίχος στη νοτιοδυτική γωνία, χτισμένος πάνω από ένα βοτσαλωτό στρώμα που συσσωρευόταν εκεί από την Υστερό Ελλαδική ΙΙΙΓ περίοδο. Φαίνεται επίσης πιθανό ότι κάποιο είδος αυλής προστέθηκε στη δυτική πλευρά του ‘Μεγάρου’ της Εποχής του Σιδήρου (οριζόμενη από τους Τοίχους 120 και 134), πιθανόν κατά την ίδια περίοδο. Χρειάζεται όμως περαιτέρω έρευνα σε αυτό το τμήμα για να διευκρινιστεί η χρονολόγηση και η λειτουγία της πιθανής αυλής. Όπως και το μεταγενέστερό του της Εποχής του Σιδήρου, έτσι και το κτίριο της Ύστερης Εποχής του Χαλκού είναι επίμηκες και ορθογώνιο στην κάτοψη (έχει τουλάχιστον 12 μ. μήκος από βόρεια προς νότια επί 5.5 μ. πλάτος από ανατολικά προς δυτικά). Στο νότιο άκρο, το κτίριο διαιρούνταν σε δύο μικρά διαμερίσματα. Το ανατολικό χρησίμευε ως είσοδος. Ένα κεντρικό δωμάτιο πιθανόν αποτελούσε τον κύριο χώρο του κτιρίου, ενώ στο βόρειο άκρο ίσως υπήρχε ένα άλλο δωμάτιο, αλλά η διάβρωση του λόφου και η ανέγερση μίας μεταγενέστερης Ύστερης Γεωμετρικής αψιδωτής οικίας έχουν προκαλέσει σοβαρή ζημιά στο χώρο αυτό. Η είσοδος στο κτίριο γινόταν πιθανόν στο σημείο όπου έχει βρεθεί ένα κατώφλι αμέσως στα ανατολικά του κεντρικού άξονα (όπου η ενσωμάτωση του μεταγενέστερου κτιρίου έχει κάπως διαταράξει την περιοχή). Υπάρχουν κάποιες μικρές ενδείξεις για ένα είδος πρόστασης ή παραστάδας στο ανατολικό άκρο. Στο δυτικό άκρο κάποιες πασσαλότρυπες ίσως υποδεικνύουν κάτι παρόμοιο και εκεί, αλλά οι μεταγενέστεροι τοίχοι καλύπτουν μεγάλο τμήμα της σχετικής περιοχής. Το Νοτιοανατολικό Δωμάτιο ορίζεται στα δυτικά από τον Τοίχο 153 και στα βόρεια από τον εγκάρσιο Τοίχο 149 που έχει κατεύθυνση από ανατολικά προς δυτικά. Το δωμάτιο είχε μία επιπλέον πρόσβαση μέσω μίας εισόδου στα βορειοανατολικά. Είναι φανερό ότι το Νοτιοανατολικό Δωμάτιο είχε πλήρως διαταραχθεί και καταστραφεί από τον Λάκκο 13 που ανοίχθηκε στην περιοχή κατά την Ύστερη Γεωμετρική Περίοδο. Το Κεντρικό Δωμάτιο (που έχει μέγεθος 7.5 x 5.5. μ.) βρέθηκε εντελώς άδειο. Έως τώρα έχουν ανακαλυφθεί μία πασσαλότρυπα πάνω στον κεντρικό άξονα και ενδείξεις για μία πλίνθινη κατασκευή στα βορειοδυτικά. Στο βόρειο άκρο του Δωματίου όμως, και συγκεκριμένα στο ανατολικό τμήμα αυτής της περιοχής, είναι ορατή μία λίθινη κατασκευή με προσανατολισμό από ανατολικά προς δυτικά. Έχει μία σχεδόν επίπεδη και ανώμαλη επιφάνεια και ‘κάθεται’ πάνω σε λίγα εκατοστά χώματος πάνω από τα υστερότερα δάπεδα του δωματίου. Είναι ενδιαφέρον ότι καλύπτεται από ένα παχύ κίτρινο στρώμα πηλού που απλώνεται και πέρα από την κατασκευή και κάτω από τα δάπεδα του μεταγενέστερου κτιρίου της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου. Επί του παρόντος είναι δύσκολο να αποφασιστεί κατά πόσο η κατασκευή ανήκε στο κτίριο της Ύστερης Εποχής του Χαλκού ή σε αυτό της Εποχής του Σιδήρου. Τέλος, στο βόρειο άκρο του κτιρίου η ύπαρξη ενός άλλου δωματίου υποδεικνύεται από έναν ακόμη εγκάρσιο τοίχο με κατεύθυνση από ανατολικά προς δυτικά.
Ενδιαφέρον έχει επίσης η παρατήρηση είναι ότι σε διάφορα σημεία οι Υστεροελλαδικοί ΙΙΙΓ τοίχοι έχουν ενσωματωθεί και επαναχρησιμοποιηθεί από τους κτίστες της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου. Εντούτοις φαίνεται ότι σε άλλα σημεία οι πρωιμότερες κατασκευές έχουν εντελώς αγνοηθεί. Παρατηρήσαμε επίσης ότι σε ορισμένα σημεία τα πλίνθινα δάπεδα του ‘μεγάρου’ της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου βρίσκονται μόνο λίγα εκατοστά πάνω από τα δάπεδα του προκατόχου του. Αλλού όμως συμβαίνει να παρεμβάλλεται ομοιογενής επίχωση ύψους περίπου 20-30 εκ. Αυτές οι παρατηρήσεις υποδεικνύουν επί του παρόντος ότι οι βασικοί Υστερό Ελλαδική ΙΙΙΓ τοίχοι αποδομήθηκαν έως τα λίθινα θεμέλιά τους πριν να αρχίσει η κατασκευή του κτιρίου της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου, και ένα παρόμοιο συμπέρασμα ισχύει και για τον εσωτερικό χώρο που εκκενώθηκε από τους μεταγενέστερους κτίστες. Για ποιό λόγο έλαβε χώρα μία τέτοια διεργασία και τί σημαίνει για τη λειτουργία του κτιρίου είναι δύσκολο να κατανοηθεί για την ώρα. Φαίνεται όμως ότι κατά την μεταβατική αυτή περίοδο μία ‘κατασκευή’ εκαταστάθηκε στο βόρειο άκρο και επί του κεντρικού άξονα και των δύο περίπου κτιρίων, του προγενέστερου και του μεταγενέστερου. Πρόκειται για μία κατασκεύη από ωμοπλίνθους (70 εκ. από ανατολικά προς δυτικά επί 40 εκ. από βόρεια προς νότια). Πολύ λεπτό γκρίζο έως μαύρο χώμα (του είδους που συχνά χαρακτηρίζεται ‘τεφρώδες’ και συσχετίζεται με διαβρωμένη ή καμένη φυτική/οργανική ύλη) βρέθηκε μέσα στο ‘κουτί’ καθώς και χυμένο από έξω. Τμήμα ενός χονδροειδούς αγγείου βρέθηκε σχεδόν στα μισά προς τα κάτω μέσα στο ΄κουτί’ (άλλα τμήματά του βρίσκονταν ακριβώς από έξω), καθώς και γύρω στις έξι πορφύρες που είχαν εκτεθεί σε υψηλή θερμότητα (σύμφωνα με την ειδική μελετήτρια οστρέων που τις μελέτησε).
ΤΟΜΕΑΣ P Ήδη από το τέλος της περυσινής ανασκαφής έγινε φανερό ότι τόσο το δυτικό όσο και το νότιο τμήμα του συμπλέγματος που βρίσκεται στο νότιο κομμάτι της περιοχής που ανέσκαψαν οι Popham και Sackett τη δεκαετία του 1960, χρειάζονταν να ερευνηθούν περαιτέρω. Με το πέρας της φετινής ανασκαφής επιβεβαιώθηκε ότι το σύμπλεγμα παρέμεινε σε χρήση από την Υστερό Ελλαδική ΙΙΙΓ έως την Ύστερη Γεωμετρική και Αρχαϊκή περίοδο. Η Υστερό Ελλαδική ΙΙΙΓ κατασκευή που αποκαλύφθηκε το 2006 ανήκει στην Λευκαν τί -Φάση 3. Αυτή η ανακάλυψη θα διαφωτίσει πιθανόν μελλοντικά την συγκεγχυμένη εικόνα την οποία έχομε από την αναφορά επί της Νότιας Οικίας που είχε ανασκαφεί από τους Popham και Sackett (Lefkandi IV, 41-2). Το σύμπλεγμά μας μάλιστα ίσως να είναι τμήμα αυτής της οικίας. Είναι επίσης τώρα φανερό ότι το κτίριο επεκτεινόταν στα δυτικά, ανατολικά και νότια και ότι περιελάμβανε τμήμα της βόρειας πλευράς του Τομέα Ρ που ανασκάφηκε το 2004 και το 2006. Εάν αυτό πραγματικά ισχύει, τότε πρόκειται για ένα ευμεγέθες σύμπλεγμα. Με την προϋπόθεση ότι η προκαταρκτική χρονολόγηση του κτιρίου είναι σωστή (Λευκαντί – Φάση 3), είναι πολύ ενδιαφέρον ότι η κατασκευή και το μέγεθός της δεν υπολείπονται των οικιών που χρονολογούνται στη Φάση 2, όπως αυτή έχει οριστεί από τους Popham και Sackett.
Μετά την κατάρρευση του παραπάνω Υστερό Ελλαδική ΙΙΙΓ κτιρίου της Φάσης 3, που υποδεικνύεται από μία επίχωση ωμοπλίνθων, η περιοχή καταλήφθηκε πάλι με την κατασκευή νέων τοίχων αλλά και την επαναχρησιμοποίηση ορισμένων προγενεστέρων της Υστερό Ελλαδική ΙΙΙΓ (για παράδειγμα ο Τοίχος 94 μερικώς επαναχρησιμοποιήθηκε, ενώ ο Τοίχος 130/112 χρησιμοποιήθηκε κατά πάσα πιθανότητα ως εσωτερικό διαχώρισμα). Ο τοίχος 141 στα νότια ήταν επίσης νέος. Κεραμική που βρέθηκε σε αυτά τα στρώματα πιθανόν να ανήκει στις μεταβατικές φάσεις από την Ύστερη Εποχή του Χαλκού στην Εποχή του Σιδήρου. Κατά την Πρωτογεωμετρική περίοδο (τον 10ο αιώνα περίπου) το ανεσκαμμένο τμήμα της κατασκευής φτάνει περίπου τα 5 μ. σε πλάτος και επεκτείνεται και προς τα δυτικά και προς τα ανατολικά αλλά και εκτός της περιοχής που έχει ερευνηθεί έως τώρα. Είναι ενδιαφέρον ότι στα βόρεια της κατασκευής βρέθηκε μεγάλη ποσότητα οστών ζώων με ίχνη σφαγίασης σε έναν εξωτερικό χώρο (πιθανόν αυλή) στρωμένο με βότσαλα. Η Ε. Χριστοδούλου (οστεολόγος) προτείνει ότι η περιοχή κατά πάσα πιθανότητα χρησιμοποιούνταν ως σφαγείο. Η προκαταρκτική μελέτη της κεραμικής υποδεικνύει ότι η κατασκευή της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου είχε τουλάχιστον δύο φάσεις χρήσης. Η πρωιμότερη σηματοδοτείται από ένα είδος καμένων ερειπίων στο ανατολικό δωμάτιο, πάνω από τα οποία βρέθηκαν ορισμένα καλής ποιότητας βοτσαλωτά δάπεδα. Και οι δύο αυτές φάσεις χρονολογούνται στην Πρωτογεωμετρική και Υπο-Πρωτογεωμετρική περίοδο.
Copyright © 2009, http://lefkandi.classics.ox.ac.uk/
|